Βυζαντινή Μουσική - Ψαλτική Τέχνη

του πρωτοψάλτη κ. Νεκτάριου Θάνου : «Ψαλτικής σταθερές»: Τα αδιαπραγμάτευτα και σταθερά στοιχεία ερμηνείας του βυζαντινού μέλους

Κοινοποίησε την Ανάρτηση μας αν σας φάνηκε ενδιαφέρον
Χρόνος Ανάγνωσης 10 Λεπτά
Listen to this article
0
(0)

Σε μια εποχή που η γνώση πληθαίνει τρομακτικά ημέρα με την ημέρα, με απο­τέ­λε­σμα οι έννοιες και τα πράγματα να αποκτούν ακόμα πιο συγκε­κρι­μέ­νο και εξειδικευμένο περιεχόμενο, οι διά­κονοι της Ψαλτικής Τέχνης επα­να­παυ­ό­μαστε στην ασάφεια, επικαλού­με­νοι μάλιστα την παράδοση και τους εκ­προ­σώπους της. Και επειδή εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμα, αλλά η σχετι­κο­ποίησή της, χρήσιμη θεωρούμε την κατάθεση μερικών σκέ­ψεων σχε­τικά με την πράξη της Ψαλτικής.

Δανειστήκαμε για τον τίτλο και το περιεχόμενο του κειμένου αυτού μια έννοια από τα μαθηματικά, την έννοια της σταθεράς. Σταθερά ορίζε­ται μια πο­σότητα, ένας αριθμός, που πα­ραμένει αμετάβλητος. Θα ανα­φερ­θούμε λοι­πόν σε σταθερές, σε θεμε­λιώ­­δεις και δο­μικές έννοιες της Ψαλ­τι­κής, που δεν είναι φι­λο­σοφικά με­γέθη, τα οποία ως συ­νήθως δί­νουν τρο­φή στους φιλέρι­δες, αλλά είναι πράγματα, έχουν δηλ. άμεση, αναγκαία, και ανα­πό­φευκτη πρα­κτι­κή ε­φαρ­­μογή στην ψαλμωδία.

 

Η πιο βασική έννοια και σταθερά της Ψαλτικής και της μου­σικής γε­­νι­κότερα, χω­ρίς την οποία δεν μπορεί να παραχθεί μελωδία, είναι τα δια­­στή­μα­τα, οι αποστάσεις δηλ. των φθόγ­γων μεταξύ τους. Τα δια­στή­­ματα είναι μα­θη­μα­­τικές σχέ­σεις οι οποίες, όταν τη­ρού­νται, παράγεται εύηχο άκουσμα. Όσο πιο α­κρι­βής είναι η απόδοση των διαστη­μάτων, τόσο αυτή η μου­σική α­κρί­βεια και σαφήνεια αναδεικνύει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα κάθε ήχου. Η καθ᾿ ημάς Α­να­τολή, «η αγία Ανατολή» – κατά τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, μη περιφρονούσα κάτι απ᾿ όσα ο Δη­μιουργός της χάρισε, συμπεριέλαβε στο μου­σι­κό της σύ­στημα διαστή­ματα 4, 6, 8, 10, 12, 14, 16, 18, 20 τμημάτων. Αυτή η ποι­κι­λία της Ψαλτικής είναι και ο σταυρός της, η δυσκολία της, αλλά και η ανά­στα­σή της, η δυ­νατότητα που έχει η ιερά μουσική μας να καλύπτει όλο το φάσμα των αισθητικών επι­λο­γών, των συ­ναι­­σθη­ματικών αποχρώσεων και θυ­μι­κών κι­­νή­σεων του ανθρώπου, που δονεί­ται από την δύναμη της μουσικής.

Όπως είπαμε παραπάνω, η ευρύτατη αυτή δια­στηματική ποικιλία διευ­κο­­λύνει κα­θο­­ριστικά την ανά­πτυ­­­ξη του λεγομένου μουσικού ή­θους. Οι περισ­σό­τεροι έχουμε διαβάσει σε θεω­ρητικά συγγράμματα για το συσταλ­τι­κό, δια­σταλ­­τικό και ησυχαστικό ήθος των ήχων και ασφαλώς όλοι έχουμε προ­σέξει τους εγκωμιαστικούς για κάθε ήχο στίχους που βρί­σκονται στην Παρακλητική, στο τέ­λος κάθε εβδομα­διαίας πε­ριό­δου.

Για να προ­σεγ­γίσουμε τον πλούτο των διαστημάτων της πα­ρα­δοσιακής Ψαλτικής, α­παι­­τείται αναντίρρητα εντρύφηση σε πα­ρα­δοσιακά ακούσματα, τό­σο ψαλτικά όσο και πα­ρα­δοσιακά (φω­νη­τικά ή οργανικά) και παράλληλα έμπο­νη μελέτη των μουσι­κών μαθημά­των σε αργό χρόνο, ώστε να μπο­ρού­με να α­κού­με την φωνή μας, να αισθανόμαστε το εκτελούμενο μου­σικό διά­στη­μα και την ακρίβεια ή όχι της εκφοράς του, ώσπου η ορθότητα της εκφοράς του να γί­νει ενσυ­νεί­δη­τη πράξη, πάγια συνήθεια και πρα­κτι­κή αταλά­ντευτη.

Συνακόλουθο φαινόμενο των διαστημάτων είναι οι έλξεις. Ό­πως γνωρί­ζουμε, στην Ψαλτική έχουμε φθόγγους δε­σπό­ζοντες και άρα σταθε­ρούς, και φθόγγους υποτασσόμενους και άρα κινούμε­νους. Οι έλξεις, νόμος της φύσεως, κατά τους θεωρητικούς της Ψαλτικής, δεν είναι παρά η κίνηση των υποτασ­σόμενων φθόγγων του ήχου προς τους δε­σπό­ζοντές του. Βασικό συ­στατικό των ήχων οι έλξεις συμπληρώνουν το άκου­σμα κάθε ήχου και ενισχύουν την εκ­φρα­στι­κότητά του. Η εκτέλεση των έλξεων δεν είναι πάντα στατική, αλλά εκ­φρά­ζε­ται άλλοτε με βαθμηδόν κίνη­ση του ελκομένου φθόγ­γου προς τον δεσπό­ζο­ντα και άλλοτε με κάποια ανάλυση. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση απαι­τείται σύνεση και διάκριση στην εκτέλεσή τους. Ασφαλής οδηγός στην κατα­νόηση του φαινο­μένου των έλξεων δεν είναι μόνον οι θε­ω­­ρη­τικές πραγ­ματείες, που ανα­φέρο­νται στο ποσόν της έλξεως, αλλά κυρίως οι παραδο­σια­κές ερμηνείες που απο­τυπώνουν το ποιόν της έλξεως.

Ακόμη, μέγεθος σχετιζόμενο με τα διαστήματα, τα συστή­μα­τα και το ήθος κάθε ή­χου είναι το ισοκράτημα, στο οποίο δεν θα αναφερθούμε διε­ξοδικά, καθώς αποτελεί ξεχω­ρι­στό θέμα προς ανάπτυξη. Υφολογικά το ισοκράτημα επιβάλλεται λιτό ως προς τις αλλαγές και διακριτικό ως προς την ένταση της φωνής, διότι σκοπός του δεν είναι να αναδειχθεί το ίδιο (σαν ένα είδος δεύτερης φωνής), αλλά να α­να­­δείξει το μέλος. Λειτουργεί ακρι­βώς όπως το βάθος της ει­κό­νας (fondo) στην αγιογραφία, πρέπει δηλ. να γίνεται αντιληπτό μόνον όταν απουσιά­ζει. Από θεω­ρητικής απόψεως το ισοκράτημα ταυτίζεται το­νικά με την βάση του τε­τρα­χόρδου ή πε­νταχόρδου κάθε ήχου στηρίζοντας έτσι και ανα­δει­κνύοντας το τετρά­χορ­δο ή το πεντά­χορ­δο αντιστοί­χως, καθώς και την ιδιαί­τερη δο­μή και τα επι­μέ­ρους χαρα­κτη­ριστικά του ήχου.

Μια δεύτερη ψαλτική σταθερά είναι ο χρόνος. Χρόνος είναι η χρονι­κή διάρκεια που δα­πανάται, για να προφερθεί κάθε φω­­νη­τικός χα­ρακτή­ρας (ίσον, ολίγον κ.λπ.). Μονάδα μέ­τρησης του χρό­νου είναι ο πρώ­τος χρόνος του μουσι­κού κειμένου, ο οποίος καθο­ρί­ζεται ως η διάρκεια κά­­θε φωνητικού χαρα­κτή­ρα (εκτός της υπορ­ροής που περιλαμ­βάνει δύο χρό­νους – φωνητικούς χαρακτήρες). Κάθε φω­νητικός χα­ρακτήρας έχει απόλυτη χρονική αξία και ισούται με όλους τους χρό­νους του μουσικού κει­μένου. Η χρονική όμως διάρκεια κάθε χρό­νου δεν είναι απόλυτη αλλά σχετική και εξαρτάται από την ταχύτητα ή την βρα­δύτητα με την οποία εκτε­λείται η μουσική σύνθεση.

Τί σημαίνει όμως χρόνος στην πράξη και τί συνέπειες έχει η πιστή τήρη­ση ή όχι της σταθεράς αυτής; Σημαίνει πρώτα απ᾿ όλα ότι με την ταχύτητα που αρχίζουμε να ψάλ­λου­με ένα μέλος, με την ίδια συνεχίζουμε ως το τέλος· ούτε πιο γρήγορα, ούτε πιο αργά. Αλλιώς, αν στην αρχή του μέλους δαπανάμε π.χ. μι­σό δευτερόλεπτο για κάθε φωνητικό χα­ρακτήρα και καταλήγουμε να δα­πα­νάμε τρία τέταρτα του δευ­τε­ρολέπτου, αυτό σημαί­νει ότι όσο ψάλλουμε ένα μέ­λος, τόσο επιβραδύνουμε την εκτέλεσή του. Αυξάνοντας ή μειώνοντας λοι­πόν την α­ξία του δα­­πα­νώ­μενου χρό­­νου, μεταβάλλουμε την χρο­νική αγω­γή, σπατα­λά­με άσκοπα λει­τουρ­­γικό χρό­νο προκαλώντας ασυ­ναίσθητα άγχος στον ακρο­α­τή, όταν σμι­κρύ­νουμε την χρο­νικά αξία, και ανία, όταν μεγεθύνουμε την χρο­νική αξία των απλών χρό­νων.

Δυστυχώς η σταθερά του χρόνου είναι η πιο περιφρονημένη στον ψαλτι­κό χώρο. Ενώ δεν είναι μέγεθος διαπραγματεύσιμο, έχει καταλήξει να θεω­ρεί­ται επιλογή των ψαλτών. Ακόμη και μεγάλοι ψάλτες καθιέρωσαν το άχρονο ψάλ­­λειν, είτε από αδυναμία είτε από επιλογή, ενώ οι επίγονοί τους θεώρησαν αυτονόητο δικαίωμα να ψάλ­λουν κατά το δοκούν, εγ­χρόνως ή όχι, πράγμα μου­σι­κώς άτοπο. Ο χρόνος είναι απαραί­τη­το στοιχείο της ψαλμω­δίας, η οποία χω­ρίς αὐτόν φαντά­ζει ανο­λοκλήρωτη, ανιαρή, ανίκανη να συγχρονίσει τον εσω­τε­ρικό κόσμο του πιστού με τον λειτουργικό λόγο.

Στο σημείο αυτό δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε δύο λα­μπρά πα­­ρα­δείγ­ματα ψαλ­τών, των οποίων η ερμηνεία είναι υπο­δειγ­ματική ως προς την συνεπή τήρηση της στα­θεράς του χρό­νου. Πρόκειται για τον μα­κα­ρι­στό Άρ­χοντα Πρω­το­ψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκ­κλη­σίας Θρα­σύ­βουλο Στανί­τσα και τον Πανα­γιώ­τη Νεοχω­ρί­τη, νυν Άρχοντα Πρω­τοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκ­κλη­σίας.

Κατακλείοντας την αναφορά στο μέγα θέμα και πρόβλημα του χρό­νου θα θέλαμε να πούμε ότι ο χρόνος στην Ψαλτική θερα­πεύεται αφ᾿ ενός όταν με­λετούμε με την βοήθεια με­τρο­νόμου και αφ᾿ ετέρου με την προσήλωσή μας σε ψαλ­τικά ακούσματα, που χαρακτη­ρί­ζο­νται για το έγχρονο της α­πό­δοσής τους. Σε κάθε περίπτωση πά­ντως, ο χρόνος έχει να κάνει με την εσω­τε­ρική εγρή­γορ­ση του ερμηνευτή, με την αυτοπειθαρχία του και με την ερμη­νευ­τική του αυτο­συγ­κρά­τηση.

Ένα τρίτο δομικό, απαραίτητο και σημαντικώτατο στοιχείο της Ψαλτικής είναι ο ρυθ­μός. Ρυθμός ονομάζεται η διαίρεση της μελωδίας με ο­­ρι­­σμένη τά­ξη σε ομάδες ή α­θροί­σματα χρόνων. Ορί­ζεται και ως η εναλ­λα­γή ακου­στικής ανο­μοιό­τητας στην έντα­ση κατά την προφο­ρά των φω­νη­τικών χαρακτή­ρων της μου­­σι­κής. Τα μέρη του ρυθμού ονο­μάζονται ρυθ­μι­κοί πόδες επειδή δεικνύονται με τα πόδια στον χορό. Με απλούστερα λόγια ρυθμός είναι η οργά­νωση των α­πλών χρό­νων, που αναφέραμε παραπάνω, σε ρυθμικά σχήματα (δί­ση­μος, τρί­ση­­­μος, τε­τρά­­σημος κ.ο.κ.). Πρακτικά ρυθμός σημαί­νει τονισμός, παλ­μός. Ο ρυθ­­­μός είναι η ψυ­χή, όπως λέγεται, της ψαλμω­δίας. Χωρίς αυτόν το μέλος είναι νε­κρό· είναι σώμα ασπόνδυλο, που αντί να βαδί­ζει χα­ριέντως, αντί να χο­ρεύει, σύρεται πλητ­τόμενο από την ερ­μη­νευτική αναπη­ρία της α­που­σίας του ρυθμού.

Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να διευκρινίσουμε, πρώτον ότι η αυ­ξο­­μεί­ω­ση της έντασης της φωνής κατά τα πρότυπα των δυ­τικών μουσι­κών όρων for­te και piano δεν απα­ντώνται στις πα­ρα­δοσιακές ερμηνείες και η χρήση τους ζη­μιώ­νει την αίσθηση του ρυθμού τόσο στον ερμηνευτή, όσο και στον ακροατή, και δεύτερον, κακώς ταυτίζονται οι έννοιες χρόνου και ρυθμού. Χρόνος σημαί­νει ότι οι χρονικὲς μο­νά­δες (ίσον, ολίγον κ.λπ.) πρέπει ισόχρονα να εκτελού­νται, ενώ ρυθμός είναι η οργάνωση των μονάδων αυτών σε ρυθμικά σχήμα­τα με βάση τον τονισμό των λέξεων ή των με­λω­δικών φράσεων. Απόρ­ροι­α της σύγ­­χυσης χρό­νου και ρυθμού είναι η λανθασμένη άποψη, ότι εφ᾿ όσον ψάλλου­με με ρυθ­μό, παλ­μό, το­νι­σμό λέξεων και μουσικών φρά­σεων, δεν χρειά­ζεται να επιμένουμε στην ι­σό­χρο­νη ακρίβεια εκτέ­λεσης των μουσικών φθόγ­γων. Αυτό όμως δεν είναι παρά μια ακόμη ερμη­νευτική χωλότητα, διότι ο χρόνος χωρίς τον ρυθμό, χω­ρίς τον παλμό, προκαλεί ανία, ενώ ο ρυθμός χωρίς τον χρόνο δια­ταράσσει τις συνθήκες συντονισμού ακροατηρίου και ερμη­νευτή, που είναι και ο σκοπός της μουσικής και δη της ιεράς και λειτουργικής αυτής τέχνης.

Η τέταρτη ψαλτική σταθερά, συμφυής με τον χρόνο και τον ρυθ­μό, είναι η χρονική αγωγή, που δεν είναι παρά η απόλυτη α­ξία της χρο­νικής μονά­δος, η οποία καθορίζει πό­σο γρήγορη ή πόσο αργή είναι κάθε κί­νη­ση στον ρυθμικό πόδα. Απλούστερα, χρονική αγω­γή είναι η τα­χύ­τητα με την οποία ψάλ­λουμε έ­να μέ­λος. Το πόσο αργή ή σύντομη είναι η χρο­νική αγωγή σχετίζεται με το πό­σοι απλοί χρόνοι εκτελούνται κατά την διά­ρκεια ενός λε­πτού της ώρας, π.χ. αν η χρονική αγωγή προβλέπεται να είναι 100 (χτύποι), αυτό ση­μαί­νει ότι σε 60 δευτε­ρόλεπτα θα ψάλλουμε 100 χρόνους, δηλ. 100 φω­νητικούς χα­ρα­κτήρες.

Η χρο­νική αγωγή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον χαρα­κτήρα των ει­δών της με­λο­ποιίας (ειρμολογικό, στιχηραρικό, παπα­δι­κό) και των διαφόρων συν­θέσεων. Αποτελεί κα­­θο­ριστικό πα­ράγοντα, ο οποίος διαμορφώνει το λεγό­με­­νο ήθος της μελοποιίας και κατά συνέπεια το συναίσθημα που γεννάται στον ακροατή από το ανάλογο άκουσμα κάθε φορά.

 

Το μου­σικό αυτό ήθος, όπως αναφέραμε παραπάνω, δια­κρί­­νε­ται σε δια­σταλ­τικό, συ­σταλτικό και ησυ­χαστικό. Δια­σταλτικό (εκ του δια­στέλλω, δηλ. ευ­ρύνω) είναι το ήθος που κρατεί τον ακροατή σε εγρήγορση με­σω της τα­χείας ε­ναλ­­λαγής των νοημά­των και της σχετικά σύντομης χρονικής αγωγής. Αρ­μό­ζει σε πανη­γυρική ατμόσφαιρα, εκφράζει δο­ξολογία και χαρά, εμπνέει εν­θου­­σια­σμό και ανδρείο φρόνημα. Συσταλτικό (εκ του συστέλ­λω, δηλ. περιο­ρί­ζω) είναι το ήθος που προκαλεί αίσθημα μετα­νοί­ας, χαροποιού πέν­θους, ταπει­νώσεως, με λίγα λόγια εμ­πνέει την συστολή· ο σκοπός του ήθους αυτού επιτυγ­χάνεται και με την αρ­γότερη χρονική αγωγή. Τέλος, το ησυχαστικό ήθος εκφρά­ζει την εσω­τε­ρική καταστάση ειρήνης, κατευνάζει τα πάθη, ε­ξου­δετε­ρώ­νει τον κοσμι­κό θόρυβο και τους λογισμούς, και δημιουργεί τις κατάλ­ληλες προϋπο­θέ­σεις μέσω της αργής και με ολιγό­λογο κεί­μενο με­λωδίας, όπως το χερου­βικό και το κοινωνικό, ώστε ο νους να μην περισπάται αλλά να σιγά με την νηπτική έννοια του όρου, κατά το «σιγησάτω πᾶσα σὰρξ βροτεία».

Επισημαίνουμε συνακόλουθα ότι τα διάφορα είδη-κατηγορίες τρο­πα­ρίων ψάλλονται κατά την δική τους χρονική αγωγή. Τα απολυτίκια ψάλ­λονται συ­ντομότερα από τα κοντά­κια· τα καθίσματα αργό­τερα από τους αναβαθ­μούς· οι κανόνες συντομότερα από τις κα­τα­βα­σίες· η «Τιμιωτέρα» συντο­μό­τερα από τα ε­ξαπο­στει­λά­ρια κ.ο.κ. Οι χρονικές αγω­γές των διαφόρων μελών έχουν καθο­ριστεί από την παράδοση σε ένα ευρύτερο ελαστικό πλαίσιο, ωστό­σο η πολυε­τής εμπειρία στο αναλόγιο, καθώς και οι παραδοσιακές εκτελέσεις στέκονται α­­­ρω­γοί μας στην ανάπτυξη του αισθητηρίου της κατάλληλης κάθε φορά χρο­νι­κής αγω­γής. Εν­δει­­κτικά μόνο αναφέρουμε τον πίνακα με τις διάφορες χρονικές α­γω­γές που έχει δημο­σιεύσει ο Θρασύβουλος Στανίτσας στο παράρ­τη­μα του Τριωδίου του – αν και αρκετές απ᾿ αυτές δεν ανταποκρί­νο­νται ακριβώς στην πραγ­μα­τικότητα μήτε και τηρούνται πάντοτε από τον Άρχοντα στις ερμηνείες του.

Γεγονὸς πάντως είναι πως οι ψάλτες αλλά και οι λειτουργοί ψάλλοντας ή εκφω­νώ­ντας σε λαν­θασμένες χρονικές αγωγές κουράζουν τον λαό του Θεού. Συνεπώς, η χρονική αγωγή μελών και εκφωνήσεων, όταν προσαρ­μό­ζεται κα­λώς στο όλο νόημα και ήθος της ψαλ­μω­­δίας, αποδεικνύεται καθοριστική συ­νι­στώσα μιας λατρείας ευ­χά­ρι­στης, «εύκαμπτης», εκ­φρα­στι­κότερης και ζω­ντα­νής.

Θα πρέπει τέλος να επισημάνουμε ότι οι ταχείς ρυθμοί της σύγ­χρο­νης ζω­­ής έχουν επηρεάσει και την αντίληψη των πιστών, κληρικών και λαϊκών, υ­πέρ της ταχύτερης χρο­νικής αγωγής της ψαλ­μωδίας, οπότε αυτό είναι ανάγκη να ληφθεί υπ᾿ όψιν, εφ᾿ όσον εί­μα­στε ψάλ­τες στο έναγχο σή­με­ρα και όχι στο ολιγο­μέριμνο χθες.

Πέμπτη σταθερά του εκκλησιαστικού μέλους είναι τα σημεία ποι­ό­τη­τος  – κατά τους παλαιούς χειρονομικά σημάδια – που υποδεικνύουν τις λεγό­μενες α­να­λύσεις και τα διά­φο­ρα ποι­κίλ­ματα, τις «κινήσεις της ψυ­­­χής», όπως θα έλεγε και ο εθνικός μας ποιητής. Το σπου­δαίο και άκρως ενδια­φέ­ρον θέμα των ανα­λύ­σεων – ορθότερα της ερμηνείας – έχει να κά­νει με τον διαφορετικό τρόπο πα­ρα­σήμανσης της ίδιας μελωδικής θέσης, πότε με την χρήση λι­γότερων και πότε περισσότερων μουσικών χαρακτήρων.

Ο ποιοτικός αυτός εμ­πλουτισμός του μέλους το κάνει πιο ευ­χάριστο στην ακοή, καθώς α­πο­φεύγεται η ξηροφωνία, που καμία σχέση δεν έχει με την ψαλ­τι­κή πα­ρά­δοση. Οι α­να­λύσεις από μόνες τους αποτελοῦν ευρύτατο θέμα, το ο­ποίο δεν μπορεί να καλυφθεί μέσα σε λίγες γραμμές. Περιο­ρι­ζό­μα­στε να πούμε ότι δεν εκ­τελούμε τα σημεία ποιό­τη­τος ψυχαναγκαστικά ή δεοντο­λο­γι­κά υπα­κούοντας απλώς σε κανόνες της θεωρίας και της μου­σι­κής ορθογρα­φί­ας. Οι αναλύσεις είναι μέρος σύνολης της ερμηνείας, γι᾿ αυτό και υπο­τάσ­σο­νται αρ­μονικά στην φυσιολογική ροή του μουσικού κειμένου.

Αποφεύγουμε ταυ­τό­χρο­να και την επιτήδευση αλλά και την ξηροφωνία, την άρνηση δηλ. εκτέ­λεσης ποι­ο­τικών σημεί­ων γιατί τάχα πρέπει να ψάλλουμε μό­νο ό,τι βλέ­που­με – πα­ρεμ­πιπτόντως κανένας παραδο­σιακός ψάλτης δεν ψάλ­λει μόνο ό,τι βλέπει. Τό­σο η επι­τήδευση, όσο και η ξηροφωνία ζη­μι­ώ­νουν εξ ίσου την ψαλμω­δία. Βέ­βαι­ο πάντως είναι πως απαιτείται άσκηση και πείρα πολ­λών ετών, για να μά­­θου­με να εκφραζόμαστε μέσα από τις αναλύσεις και να μην τις εκτε­λού­­­με μη­χανι­κά.

Χρειάζεται ακόμη ωριμότητα για να κατα­νοή­σουμε το πως, το πότε, το για­τί των ανα­λύ­σε­ων· για να εν­το­πίσουμε την σχέση του κάθε ήχου και του κάθε είδους με­λο­ποιίας με τα α­ντί­στοιχα ποικίλματα, που ανα­δει­κνύουν την μουσι­κή του ιδιοσυγκρα­σία· για να συνειδητοποιήσουμε ότι το ίδιο μέλος δια­φορε­τι­κά ε­κτε­λείται σε δια­­φορετικές στιγμές της ακολουθίας· για να μά­θουμε να προ­σαρ­μό­ζου­με την ερμηνεία μας στην χρονική αγωγή και στην προσωπική μας φωνητική δεξιότητα. Αυτονόητα, τέλος, είναι ανάγκη να ποι­κί­λλουμε το μέ­­­­λος λαμ­βά­νο­ντας πάντοτε υπ᾿ όψιν ότι η ερμηνεία των ποιοτικών ση­μείων ο­φεί­λει να εκφράζει τον δικό μας χαρακτήρα, τον δικό μας εσωτερικό κόσμο, την δική μας ψαλτική ιδιοπροσωπία, εξω­στρε­φή ή όχι, μονα­στηριακή ή κο­σμι­κή, μο­νο­φω­νική ή χορωδιακή.

Βοηθητικὸ μέσο για την καλλιέργεια της μουσικής διά­κρι­σης σχε­τι­κά με τις ανα­λύ­σεις και την οργανική συνάφειά τους με την όλη ερμη­νεία, έχει το πα­ραδοσιακό άκουσμα σε συνδυα­σμό με την ταυτόχρονη παρακο­λού­θη­ση του α­ντί­στοιχου μουσικού κειμένου. Εν­δει­κτι­κό της δυνατότητας, που δίνεται σε ό­σους θέλουν να εμβαθύνουν, είναι το μνη­μειώ­δες εκδο­τικό έργο του Μα­­νόλη Χα­­τζη­­για­­κουμή, Μνημεία Εκκλησια­στι­κής Μου­σι­κής και Σύμμεικτα Εκ­κλη­σια­στικής Μουσικής, στο οποίο αποτυπώνονται κορυφαίες ερμη­νείες με­γά­λων και σπουδαίων μουσικών μαθημά­των και ερμηνευτών συνοδευόμενες με τα ερμη­νευό­μενα μουσικά κείμενα.

Όλα τα ανωτέρω δομικά στοιχεία της Ψαλτικής καταστέφο­νται από την έννοια του ύφους, που ετυμολογικά προέρχεται από το ρήμα υφαίνω. Ο κα­λός ψάλτης, ο άρτιος ερμη­νευτής της παραδοσιακής υμνωδίας λειτουργεί όπως η υ­φάντρα που συνδυάζοντας υφάδι και στημόνι, χρώματα και σχέ­δια, δημιουργεί το δικό της αριστούρ­γημα, απλό ή σύνθετο, λιτό ή πολυτελές, λαϊκής ή α­στικής τέχνης. Ομοίως ο ψάλ­της συνδυάζοντας διαστήματα, χρόνο, ρυθμό, ανά­λογη χρο­νική αγωγή και προσεκτική έκφραση των ποικιλ­μά­των δη­μι­ουργεί το δικό του καλλι­τέ­­χνημα και το προσφέρει στην Εκκλησία. Η ορθή και με ανα­φορά στις πηγές της ψαλτική παι­δεία οδηγεί αναπόδραστα στην από­κτηση του λεγο­μέ­νου εκκλησιαστικού ύφους, στο να καταστεί δηλ. η προσω­πι­κή μας προ­σπά­θεια λειτουργική τέχνη, θεραπαινίδα της λατρείας του ζώντος Θεού.

Περατώνοντας την αναφορά αυτή στις σταθερές της Ψαλτικής δεν θα μπο­­ρούσαμε να μη σημειώσουμε ότι η Ψαλτική στην ουσία της δεν είναι αυτό­νομη τέ­χ­νη, αλλά εξάπαντος διακονία του εκκλησιαστικού και υμνογρα­φι­κού λό­γου. Και η δια­κονία αυτή όσο φρο­ντι­σμένη και αν είναι, όσο καλλιτεχνικά άρ­τια, αν η εκφορά του λόγου δεν είναι ευκρινής, αν βασι­λεύει ένα άκουσμα έρρι­νο ή ανορθόφωνο, τότε σε μεγάλο βαθμό ματαιώνεται η μου­σι­κή προσπά­θεια, που με κόπο κατα­βάλ­­λουμε. Η σαφήνεια και η καθαρότητα στην εκφορά του λει­τουρ­γικού λό­γου είναι προαπαιτούμενο για την τελέση μιας λα­τρείας κατ᾿ ε­ξο­χήν λο­γι­κής.

Θα κλείσουμε με ένα απόσπασμα από τον πρόλογο Ιωάννου του Λα­μπα­δα­ρίου και Στε­φάνου του Α΄ Δομεστίχου της Μεγάλης Εκ­κλησίας, δημοσιευ­μέ­νο στην Μουσική Πανδέ­κτη (Κωνσταντινούπολη, 1850), που εξέδωσαν από κοι­νού:

«…Ιδία δε προς τους μουσικολογιωτάτους ιεροψάλτας των αγίων του Θεού Εκκλη­σι­ών, και μάλιστα τους πρωτοπείρους αυ­τών, καθήκον ως εκ της θέσεως ημών επι­βεβλη­μένον νομίζομεν, ίνα παρακαλέσωμεν αυ­τούς απέχειν από πά­σης ξενοφωνίας, επιμένοντας πιστώς και απαρε­γ­κλίτως εις το αρχαίον και γνήσιον ύφος της Εκκλησιαστικής υμνωδίας, το σεμνόν, το κατανυκτικόν, το σοβαρόν, το σώφρον τε και νηφάλιον. Τούτο δε κατορθώ­σου­σιν, εὰν προ της χοροστατικής α­παγ­γε­λίας προ­μελετώσι και άπαξ και δις και πολλάκις τα ψα­λη­σόμενα μαθήμα­τα, και μάλιστα συμμελετώσιν άπαντες οι του χορού, ίνα φυλάττηται μεν απα­ρά­χορδος η συμφωνία, συμβαίνη δε και συγ­χο­ρεύη, ούτως ειπείν, ο χρονικός ρυθμός ευτάκτως και απαρεν­σα­λεύτως, εάν προεξερευνώσι είτε οίκοθεν, είτε εκ διδα­σκα­­λίας άλ­λων την έννοιαν και την δύναμιν των ιε­ρών της Εκκλη­σίας ασμά­των, και επί πάσιν, εάν εν τω μέλπειν αυτά έ­χωσι πάντοτε την διάνοιαν ανυψωμένην προς τον ύψιστον Θεόν τον κλίνοντα το ούς αυτού εις τας δεήσεις και ικεσίας των πιστών αυτού λατρευτών, και ψάλ­λωσι μετ᾿ ευλαβείας, συντριβής τε και κατανύ­ξεως, δοξο­λογούντες το υπερ­ύμ­­νη­τον αυτού όνομα και εξαιτούμενοι το πλού­­σιον αυτού έλεος, ευκρινώς προφέροντες τα της ικεσίας και δοξολογίας ρήματα περί­τρα­να και διηρ­θρω­μένα, ίνα γένω­νται και τοις ακροωμένοις ευξύ­νε­τα, μηδέ συμ­πνί­γο­ντες αυτά εις την αση­μα­ντό­λογον φωνασκίαν και τον διακνέοντα τας α­κοάς διάρρινον και νυσταλέον τον­θο­ρισμόν, στε­ρούντες ούτω της πνευ­μα­τικής τρο­φής, και εις τα μέγιστα ζημιούντες τον λαόν του Κυρίου τον πε­ριούσιον· αναλογιζέ­σθω­σαν δε διηνε­κώς, ότι η ε­πί­γειος της Εκκλη­σίας χοροστασία οφείλει είναι ει­κών και μίμησις της ουρα­νί­ου χοροστασίας, και ότι οι εν ταις Εκκλησίαις ψάλ­λο­ντες εικο­νί­ζου­σι τα Χερουβίμ και τα Σε­ραφίμ τα διαπαντός υμνού­ντα και δοξολο­γούντα της δόξης τον Κύριον, επομένως ότι πολ­λής και μεγάλης χρήζει της προ­σο­χής, όστις μέλλει, ίνα τολμήση ακατακρίτως α­νοί­ξαι τα χείλη αυτού εν τω μέ­σω της Εκκλησίας και εκφωνήσαι τας θείας αινέσεις ως εκ παντός του της Εκ­κλη­­σίας πλη­ρώματος. Έρρωσθε εν Κυρίω και εύχεσθε υπέρ ημών!».

Γράφει ο κ. Νεκτάριος Θάνος,Πρωτοψάλτης Ι.Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, ΜΑ Θεολογίας

Πηγή : www.pemptousia.gr 

 

 




Γράψτε μας το σχόλιο σας εδώ

Βαθμολόγησε την Ανάρτηση μας

Πόσο χρήσιμη ήταν αυτή η ανάρτηση ;

Αναγνώστες που Βαθμολόγησαν * 0 * / Επιλέξατε την Βαθμολογία * 0 * αστέρι. *Συντακτική Ομάδα theodromion.gr : Ευχαριστούμε που μας στηρίζεται

Δεν υπάρχουν ψηφοφορίες μέχρι τώρα! Γίνετε ο πρώτος που θα αξιολογήσει αυτήν την ανάρτηση

Αν το βρήκες ενδιαφέρον Κοινοποίησε το

Η κοινοποίηση που θα κάνετε μας βοηθάτε να συνεχίσουμε την προσπάθεια μας

Ακολούθησε μας στα social media

Like
Κοινοποίησε την Ανάρτηση μας αν σας φάνηκε ενδιαφέρον

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Δές και αυτό
Το αηδόνι της Ψαλτικής Τέχνης πρωτοψάλτης κ. Νικόλαος Καραχάλης (Binteo)
x
error: Ευχαριστούμε